ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
(Μ βαρυκαρδίζω)
στενοχωρώ πολύ κάποιον
νεοελλ.
1. βαρυγνωμώ, έχω παράπονο εναντίον κάποιου
2. καταριέμαι.