γαϊδουριά

From LSJ

ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα σαρκί χρώμενον → a human is a spirit furnished with flesh

Source

Greek Monolingual

η
συμπεριφορά που αρμόζει σε γάιδαρο, απρέπεια, χοντροκοπιά.