γαϊδουροκαθίζω

From LSJ

Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato

Source

Greek Monolingual

1. γαϊδουρογυρίζω
2. (μτχ. παθ. παρκμ.) γαϊδουρογυρισμένη, η
αυτή που έχει διαπομπευθεί.