γλευκομετρία
From LSJ
δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
Greek Monolingual
η
η μέτρηση της πυκνότητας του γλεύκους (μούστου), ο προσδιορισμός της περιεκτικότητας του σε σάκχαρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γλεύκος + -μετρία. Η λ. μαρτυρείται από το 1888].