γυρτός
From LSJ
δι' ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσιν, καὶ οἱ δυνάσται γράφουσιν δικαιοσύνην → through me kings rule, and princes dictate justice (Proverbs 8:15, LXX version)
Greek Monolingual
και γειρτός και γιρτός, -ή, -ό
1. κυρτός, καμπύλος
2. επικλινής
3. (για πόρτες και παράθυρα) μισόκλειστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο ορθότερος τ. είναι γειρτός < (θ.) γειρ-, έγειρα, αόρ. του γέρνω. Από άλλους προτείνεται ο τ. γιρτός < γερτός < γέρνω, με αναλογική τροπή του -ε- σε -ι-με επίδραση του αορ. έγειρα. Τέλος ο τ. γυρτός με επίδραση του γύρος].