γερτός

From LSJ

ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware

Source

Greek Monolingual

και γυρτός, -ή, -ό
1. κυρτός, καμπύλοςγερτός πεύκος»)
2. σκυφτόςγερτός από τα χρόνια»)
3. ξαπλωμένος
4. (για πόρτες ή παράθυρα) μισόκλειστος.