δερτά

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salusBane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus

Menander, Monostichoi, 85

Greek Monolingual

δερτά, τα (Α)
θύματα, σφάγια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για διαλεκτικό τ. αντί του δαρτά].