δεσποινικός

From LSJ

Οὐκ ἔστι σοφίας κτῆμα τιμιώτερον → Haud ulla res pretiosior sapientia → Die Weisheit ist Besitz von allergrößtem Wert

Menander, Monostichoi, 416
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεσποινικός Medium diacritics: δεσποινικός Low diacritics: δεσποινικός Capitals: ΔΕΣΠΟΙΝΙΚΟΣ
Transliteration A: despoinikós Transliteration B: despoinikos Transliteration C: despoinikos Beta Code: despoiniko/s

English (LSJ)

δεσποινική, δεσποινικόν, belonging to the Imperial household, PMasp.88.10(vi A. D.).

Spanish (DGE)

-ή, -όν
imperial, al servicio de las posesiones imperiales esp. ref. a la emperatriz Teodora δ. διοικητὴς τῆς πόλεως PMasp.88.10, cf. 19.11, 283.1.3 (todos VI d.C.).

German (Pape)

[Seite 551] kaiserlich, Eust.

Greek Monolingual

δεσποινικός, -ή, -όν (Μ) δέσποινα
1. αυτός που ανήκει στη δέσποινα
II. επιρρ. δεσποινικῶς
με τρόπο που αρμόζει σε δέσποινα.