διακοίνωση
From LSJ
Τὰς γὰρ ἡδονὰς ὅταν προδῶσιν ἄνδρες, οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον, ἀλλ' ἔμψυχον ἡγοῦμαι νεκρόν → But when people lose their pleasures, I do not consider this life – rather, it is just a corpse with a soul
Greek Monolingual
η
1. γνωστοποίηση, αναγγελία, ειδοποίηση
2. υπογεγραμμένο διπλωματικό έγγραφο με το οποίο διαβιβάζεται, μέσω διπλωματικού αντιπροσώπου, προς την κυβέρνηση άλλης χώρας σημαντική ανακοίνωση
3. φρ. «ρηματική διακοίνωση» — ανακοίνωση που γίνεται με διπλωματικό έγγραφο χωρίς υπογραφή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1865].