διατενής

From LSJ

γενέται καὶ πατρὶς ἔχουσιν ὀστέα → my parents and my fatherland have my bones

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατενής Medium diacritics: διατενής Low diacritics: διατενής Capitals: ΔΙΑΤΕΝΗΣ
Transliteration A: diatenḗs Transliteration B: diatenēs Transliteration C: diatenis Beta Code: diatenh/s

English (LSJ)

διατενές, tending, πρὸς τὴν τελείωσιν Thphr. CP 2.15.2.

Spanish (DGE)

-ές
1 distendido del pulso, Gal.8.943.
2 que tiende, tendente πρὸς τὴν τελείωσιν Thphr.CP 2.15.2.
3 persistente, incesante τὸ σύμπτωμα Orib.Ecl.58.5.

German (Pape)

[Seite 606] ές, sich hin erstreckend, auf etwas beziehend, πρός τι, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

διατενής: -ές, ἐκτεινόμενος, τείνων, πρός τι Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 2. 15, 2.

Greek Monolingual

διατενής, -ές (Α) διατείνω
αυτός που τείνει προς κάτι.