διφαλαγγαρχία
From LSJ
ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ → it is impossible to step twice in the same river, you cannot step twice into the same rivers
English (LSJ)
ἡ, diphalangarchy, corps of two phalanxes or 8, 192 men (half a phalanx), Ael.Tact. 9.9, Arr.Tact.10.7.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
cuerpo formado por dos falanges, e.e., por 8192 hombres, Ael.Tact.9.9, v. διφαλαγγία.
Greek Monolingual
διφαλαγγαρχία, η (Α)
ο βαθμός και ο χρόνος θητείας του διφαλαγγάρχη.
German (Pape)
ἡ, das Amt des διφαλαγγάρχης, Ael. tact. 40.