δυσσέβημα
From LSJ
Ψυχῆς μέγας χαλινὸς ἀνθρώποις ὁ νοῦς → Animi nam frenum magnum mens est hominibus → Der Menschenseele fester Zügel ist Vernunft
English (LSJ)
-ατος, τό, impious act, LXX 2 Ma.12.3, D.H.7.44, Scymn.684, etc.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
acto impío συνετέλεσαν τὸ δ. LXX 2Ma.12.3, cf. 1Es.1.49, δ. τι πρᾶξαι περὶ Δήμητρος ... ἄγαλμα Scymn.684, τοιούτων ὑμῖν δυσσεβημάτων εἰσηγητὴς ... ἐγένετο D.H.7.44, cf. Arist. en Hippiatr.59.7, Apollod.3.9.1, Eus.VC 3.52, Lib.Decl.43.34, 49.50.
German (Pape)
[Seite 688] τό, gottlose Handlung, Rede; D. Hal. 7, 44; LXX.
Greek (Liddell-Scott)
δυσσέβημα: τό, ἀσεβὴς πρᾶξις, ἀσέβημα, Διον Ἁλ. 7. 44.