εισηγούμαι
From LSJ
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
Greek Monolingual
(AM εἰσηγοῦμαι, -έομαι)
προτείνω, συνιστώ, υποδεικνύω
αρχ.
1. οδηγώ, βάζω μέσα
2. παρουσιάζω κάτι νέο
3. συμβουλεύω
4. παριστάνω σε κάποιον ότι
5. αφηγούμαι, εκθέτω.