σωφροσύνη τὸ περὶ τὰς γυναῖκας → temperance in relation to women
ο (ΑΜ εὐρόνοτος, ὁ, ἡ)νότιος-νοτιοανατολικός άνεμος, όστρια-σιρόκος.[ΕΤΥΜΟΛ. < Εύρος (ο) + νότος.