ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
η (Α ἐφίδρωσις) εφιδρώ
η παραγωγή και αποβολή ιδρώτα από τους ιδρωτοποιούς αδένες του δέρματος
νεοελλ.
(για πράγματα) εξάνθηση υγρού ή υγρασίας στην επιφάνεια ενός σώματος.