εὐλίβανος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
English (LSJ)
[ῐ], ον, rich in frankincense, Aristonous 1.23, Orph.H. 55.17.
German (Pape)
[Seite 1078] reich an Weihrauch,. Συρίη, Orph. H. 54, 17.
Greek (Liddell-Scott)
εὐλίβᾰνος: -ον, πλούσιος εἰς λιβανωτόν, εὐλιβάνου Συρίης Ὀρφ. Ὕμν. 54. 17.
Greek Monolingual
εὐλίβανος, -ον (Α)
πλούσιος σε λιβανωτό («εὐλιβάνου Συρίης», Ορφ. ύμν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + λίβανος.