Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering
-η, -ο (Α ἡμίθραυστος, -ον)κατά το ήμισυ σπασμένος, μισοσπασμένος, μισορραγισμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -θραυστος (< θραύω), πρβλ. άθραυστος, εύθραυστος].