θεατικός Search Google

From LSJ
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεᾱτικός Medium diacritics: θεατικός Low diacritics: θεατικός Capitals: ΘΕΑΤΙΚΟΣ
Transliteration A: theatikós Transliteration B: theatikos Transliteration C: theatikos Beta Code: qeatiko/s

English (LSJ)

θεατική, θεατικόν, for seeing, δύναμις θ. τινῶν Arr.Epict.1.6.3.

German (Pape)

[Seite 1190] das Zuschauen betreffend, δύναμις, Sehkraft, Arr. Epict. 1, 6, 3.

Greek (Liddell-Scott)

θεᾱτικός: -ή, -όν, ἀνήκων, ἀναφερόμενος εἰς τὸ θεᾶσθαι, θ. δύναμις, ὄψις, ὅρασις, δύναμις τοῦ ὁρᾶν, Ἀρρ. Ἐπικτ. 1. 6, 3.

Greek Monolingual

θεατικός, -ή, -όν (Α) θεατής
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο θεάσθαι, στην όραση, στην παρατήρησηδύναμις θεατικὴ τινῶν» — η δύναμη μερικών στο να παρατηρούν, να βλέπουν, Αρρ.).