θεμίξενος

From LSJ

Ψεῦδος δὲ μισεῖ πᾶς σοφὸς καὶ χρήσιμος → Mendacium odit, qui vir est frugi et sapit → Die Lüge hasst der Weise und der Ehrenmann

Menander, Monostichoi, 554
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεμίξενος Medium diacritics: θεμίξενος Low diacritics: θεμίξενος Capitals: ΘΕΜΙΞΕΝΟΣ
Transliteration A: themíxenos Transliteration B: themixenos Transliteration C: themiksenos Beta Code: qemi/cenos

English (LSJ)

θεμίξενον, just to strangers, ἀρετά Pi.Pae.6.131.

English (Slater)

θεμίξενος, -ον of just hospitality κατερεῖς πόθεν ἔλαβες ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν. of Aigina (Pae. 6.131)

Greek Monolingual

θεμίξενος, -ον (Α)
ο δίκαιος προς τους ξένους («θεμίξενος ἀρετά», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θέμις (Ι) + ξένος.