θηρόβρωτος

From LSJ

Βιοῦν ἀλύπως θνητὸν ὄντ' οὐ ῥᾴδιον → Mortalis ullus vix sit exsors tristium → Schwer ist's für Sterbliche zu leben ohne Leid

Menander, Monostichoi, 58
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηρόβρωτος Medium diacritics: θηρόβρωτος Low diacritics: θηρόβρωτος Capitals: ΘΗΡΟΒΡΩΤΟΣ
Transliteration A: thēróbrōtos Transliteration B: thērobrōtos Transliteration C: thirovrotos Beta Code: qhro/brwtos

English (LSJ)

θηρόβρωτον, = θηρόβοτος, Str.6.1.12 (v.l. θηριόβρωτος).

German (Pape)

[Seite 1210] v.l. für θηριόβρωτος, Strab. VI, 263.

Greek (Liddell-Scott)

θηρόβρωτος: -ον, = θηρόβορος, Στράβ. 263, μετὰ διαφ. γραφ. θηριόβρωτος.

Greek Monolingual

θηρόβρωτος και θηριόβρωτος, -ον (Α)
βλ. θηρόβοτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θηρ(ο)- + -βρωτος (< βι-βρώ-σκω), πρβλ. άβρωτος, πολύβρωτος].