θυμομαχία

From LSJ

Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίωντὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort

Menander, Monostichoi, 367
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῡμομᾰχία Medium diacritics: θυμομαχία Low diacritics: θυμομαχία Capitals: ΘΥΜΟΜΑΧΙΑ
Transliteration A: thymomachía Transliteration B: thymomachia Transliteration C: thymomachia Beta Code: qumomaxi/a

English (LSJ)

ἡ, desperate fight, Polyaen.2.1.19.

German (Pape)

[Seite 1224] ἡ, hitziger Kampf, Polyaen. 2, 1, 19.

Greek (Liddell-Scott)

θῡμομᾰχία: ἡ, πεισματώδης μάχη, Πολύαιν. 2. 1, 19, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

θυμομαχία, ἡ (Α)
πεισματώδης μάχη, ορμητική μάχη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο- + -μαχία (< -μάχος, < μάχη), πρβλ. ναυμαχία, οδομαχία].