καθαρόχρυσος

From LSJ

καὶ νῦν ἀτεχνῶς ἐθέλω παρέχειν ὅ τι βούλει σοι, πλὴν κωλακρέτου γάλα πίνειν → and now I want to provide you with absolutely anything you want, except paymaster's milk to drink

Source

Greek Monolingual

καθαρόχρυσος, -ον (Μ)
κατασκευασμένος από καθαρό χρυσάφι.