καπαῖος

From LSJ

πᾶσα οἰκία ὁπλιτῶν νένακτο → every house had been crammed with soldiers

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰπαῖος Medium diacritics: καπαῖος Low diacritics: καπαίος Capitals: ΚΑΠΑΙΟΣ
Transliteration A: kapaîos Transliteration B: kapaios Transliteration C: kapaios Beta Code: kapai=os

English (LSJ)

α, ον, of the crib or manger, epithet of Zeus, Antiph.111.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰπαῖος: -α, -ον, ἀνήκων εἰς κάπην, φάτνην· ἴδε κάπη.

Greek Monolingual

καπαῖος, -α, -ον (Α)
(ως επίθ. του Διός) αυτός που τοποθετήθηκε σε φάτνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάπη «φάτνη» + κατάλ. -αῖος (πρβλ. εδραίος, εχιδναίος)].