κενεότης
From LSJ
Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίγνεται → Mala non videbis fieri nisi per mulieres → Das Leid erwächst uns durch die Frauen allesamt
English (LSJ)
-ητος, ἡ, = κενότης, empty space, Hp.Acut.62.
German (Pape)
[Seite 1416] ητος, ἡ, ion. = κενότης, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κενεότης: -ητος, ἡ, = κενότης, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 394.