κερατῶπις

From LSJ

Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst

Menander, Monostichoi, 186
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κερᾰτῶπις Medium diacritics: κερατῶπις Low diacritics: κερατώπις Capitals: ΚΕΡΑΤΩΠΙΣ
Transliteration A: keratō̂pis Transliteration B: keratōpis Transliteration C: keratopis Beta Code: keratw=pis

English (LSJ)

ιδος, ἡ, horned-looking, μήνη Man.4.91.

German (Pape)

[Seite 1422] ιδος, ἡ, mit gehörntem Antlitz, Μήνη Maneth. 4, 91.

Greek (Liddell-Scott)

κερᾱτῶπις: -ιδος, ἡ, ἔχουσα τὸ σχῆμα κέρατος, σελήνη Μανέθων 4. 91.

Spanish

que tiene cuernos en su rostro

Greek Monolingual

κερατῶπις, -ίδος, ἡ (Α)
αυτή που έχει σχήμα κέρατος, η κερατοειδήςκερατῶπις σελήνη»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέρας + -ῶπις (< θ. -ωπι «όψη» όπως στο ὄπωπα), πρβλ. βοῶπις, γλαυκῶπις].

Léxico de magia

que tiene cuernos en su rostro de Selene δεῦρ' ἴθι μοι, κερατῶπι, φαεσφόρε, ταυρεόμορφε ven junto a mí, tú que tienes cuernos en tu rostro, portadora de luz, tauriforme P IV 2548