τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver
τοπαλαιά κοινή ονομασία διαφόρων φυτών.[ΕΤΥΜΟΛ. < κεφάλι + -άγκαθο (< αγκάθι), πρβλ. γαϊδουράγκαθο, ξεράγκαθο].