κλάδιον

From LSJ

δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλάδιον Medium diacritics: κλάδιον Low diacritics: κλάδιον Capitals: ΚΛΑΔΙΟΝ
Transliteration A: kládion Transliteration B: kladion Transliteration C: kladion Beta Code: kla/dion

English (LSJ)

[ᾰ], τό, Dim. of κλάδος, twig or shoot, ἀγρώστεως prob. in Philum. ap. Aët.5.124; κλαδίοις ἐλαιῶν αἰτοῦντες Lib.Or.16.46, cf. BGU1051.13 (i A.D.).

German (Pape)

[Seite 1445] τό, dim. zu κλάδος, kleiner Zweig; Leon. Tar. 44 (IX, 78); Diosc.

Russian (Dvoretsky)

κλάδιον: (ᾰ) τό ветка, веточка Anth.

Greek (Liddell-Scott)

κλάδιον: τό, (διάφ. γραφ. κλαδίον) ὑποκορ. τοῦ κλάδος, Ἀνθ. Π. 9. 78, Λιβάν. 1. 502, κτλ.

Greek Monotonic

κλάδιον: τό, υποκορ. του κλάδος, σε Ανθ.

Middle Liddell

κλάδιον, ου, τό, [Dim. of κλάδος, Anth.]