Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau
Full diacritics: κνηκοειδής | Medium diacritics: κνηκοειδής | Low diacritics: κνηκοειδής | Capitals: ΚΝΗΚΟΕΙΔΗΣ |
Transliteration A: knēkoeidḗs | Transliteration B: knēkoeidēs | Transliteration C: knikoeidis | Beta Code: knhkoeidh/s |
κνηκοειδές, like κνῆκος, Hsch. s.v. κνηκίς.
[Seite 1460] ές, safflorähnlich, Hesych.
κνηκοειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς κνῆκον, Ἡσύχ. ἐν λ. κνηκίς.
κνηκοειδής, -ες (Α)
αυτός που μοιάζει με κνήκο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κνῆκος + -ειδής (< εἶδος)].