πᾶσα οἰκία ὁπλιτῶν νένακτο → every house had been crammed with soldiers
η1. (ως προσηγορία γυναικών αριστοκρατικής καταγωγής) κυρία, κυρά, δέσποινα2. (ως θωπευτική προσηγορία γυναίκας) αγαπητή, καλή3. ειρων. αυτή που κάνει τη μεγάλη κυρία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ρουμαν. cocoană].