κρίνα

From LSJ

Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σποράProcreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid

Menander, Monostichoi, 641

Greek Monolingual

κρίνα, ἡ (Μ)
κρίνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρίνος με αλλαγή γένους].