κυβέρνημα

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83

Greek Monolingual

το κυβερνώ
1. η διακυβέρνηση πλοίου με το πηδάλιο
2. μέριμνα για την οικονομική διαχείριση και συντήρηση του σπιτιού.