τῶν οἰκιῶν ὑμῶν ἐμπιπραμένων αὐτοὶ ᾄδετε → your homes are on fire and all you can do is sing
η (Μ λέρα)1. βρομιά, ρύπος, ακαθαρσία2. κηλίδα, λεκέςνεοελλ.αισχρός και κακοήθης άνθρωπος, κάθαρμαμσν.αμάρτημα.[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. παρ. του ρ. λερώνω (πρβλ. απλώνω: άπλα)].