Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz
Full diacritics: λασιότης | Medium diacritics: λασιότης | Low diacritics: λασιότης | Capitals: ΛΑΣΙΟΤΗΣ |
Transliteration A: lasiótēs | Transliteration B: lasiotēs | Transliteration C: lasiotis | Beta Code: lasio/ths |
-ητος, ἡ,
A shagginess, Eust.1638.39.
[Seite 17] ητος, ἡ, die Rauchheit, Eust.
λασιότης: -ητος, ἡ, δασύτης, Εὐστ. 1633, 39.
λασιότης, -ητος, ἡ (Α) λάσιος
η δασύτητα, το τριχωτό.