μαστόδεσμος

From LSJ

δειλὴ δ' ἐν πυθμένι φειδώ → thrift in the lees is worthless

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μαστόδεσμος Medium diacritics: μαστόδεσμος Low diacritics: μαστόδεσμος Capitals: ΜΑΣΤΟΔΕΣΜΟΣ
Transliteration A: mastódesmos Transliteration B: mastodesmos Transliteration C: mastodesmos Beta Code: masto/desmos

English (LSJ)

ὁ, = μαστόδετον (breastband, breast-band), Gal. 18(1).774.

Greek (Liddell-Scott)

μαστόδεσμος: ὁ, = τῷ ἑπομ., Γαλην. 471.

Greek Monolingual

μαστόδεσμος, ὁ (Α)
το μαστόδετον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαστός + δεσμός (< δέω)].

German (Pape)

ὁ, = μαστόδετον, Galen.