μαυροτσούκαλο

From LSJ

ἔστιν δέ που ἡ μὲν ἐπὶ σώμασι γυμναστική, ἡ δ' ἐπὶ ψυχῇ μουσική → I think I am right in saying that we have physical exercise for the body and the arts for the soul

Source

Greek Monolingual

το
1. πήλινη χύτρα που είναι μαύρη από τον καπνό
2. μτφ. πολύ μελαχρινός άνθρωπος, μελαψός, ή πολύ μαυρισμένος από τον ήλιο.