Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μαϊμουδισμός

From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30

Greek Monolingual

ο μαϊμουδίζω
1. το να φέρεται κάποιος σαν τη μαϊμού
2. ανόητη και γελοία μίμηση.