μειλιχόφωνος

From LSJ

τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μειλῐχόφωνος Medium diacritics: μειλιχόφωνος Low diacritics: μειλιχόφωνος Capitals: ΜΕΙΛΙΧΟΦΩΝΟΣ
Transliteration A: meilichóphōnos Transliteration B: meilichophōnos Transliteration C: meilichofonos Beta Code: meilixo/fwnos

English (LSJ)

v. μελλιχόφωνος.

German (Pape)

[Seite 116] = μειλιχόγηρυς, Sappho frg. 120 bei Aristaen. 1, 10, Neue verm. μελίφωνος.

Russian (Dvoretsky)

μειλῐχόφωνος: эол. μελλιχόφωνος 2 нежноголосый, сладкогласный Sappho.

Greek (Liddell-Scott)

μειλῐχόφωνος: -ον, = μειλιχόγηρυς, Σαπφὼ παρ’ Ἀρισταιν. 1. 10· φέρεται δὲ μελίφωνος ἐν Φιλοστρ. 811.

Greek Monolingual

μειλιχόφωνος και αιολ. τ. μελλιχόφωνος, -ου (Α)
αυτός που μιλά με μειλίχιο, πράο, ήρεμο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μείλιχος + -φωνος < (φωνή)].