μελίφυρτος

From LSJ

Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt beneTrotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht

Menander, Monostichoi, 163
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελίφυρτος Medium diacritics: μελίφυρτος Low diacritics: μελίφυρτος Capitals: ΜΕΛΙΦΥΡΤΟΣ
Transliteration A: melíphyrtos Transliteration B: meliphyrtos Transliteration C: melifyrtos Beta Code: meli/furtos

English (LSJ)

μελίφυρτον, mixed with honey, ἤθεος ἁρμονίη AP5.269 (Paul. Sil.).

German (Pape)

[Seite 125] mit Honig gemischt, Paul. Sil. 17 (V, 270) ἁρμονίη.

Russian (Dvoretsky)

μελίφυρτος: (ῐ) смешанный с медом, сладостный (στήθεος ἁρμονίη Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

μελίφυρτος: -ον, πεφυρμένος μέλιτι, Ἀνθ. Π. 5. 270.

Greek Monolingual

μελίφυρτος, -ον (Α)
αυτός που είναι αναμεμιγμένος με μέλι, γλυκός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + φυρτός (< φύρω «αναμιγνύω»), πρβλ. αιμόφυρτος].