μελλοβασιλεύς

From LSJ

ἐπὶ ξυροῦ γὰρ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα → our affairs are balanced on a razor's edge, our affairs are set upon the razor's edge

Source

Greek Monolingual

μελλοβασιλεύς, ὁ (Μ)
αυτός που πρόκειται να γίνει βασιλιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + βασιλεύς.