θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.
-η, -ο
1. (για ρούχα) αυτός που είναι ραμμένος έτσι ώστε να στενεύει και να ακολουθεί τη γραμμή της μέσης («μεσάτο σακάκι»)
2. (για πρόσωπα) αυτός που έχει λεπτή μέση
3. (για δοχεία) αυτός που είναι γεμάτος ώς τη μέση («μεσάτη μπουκάλα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέση + κατάλ. -άτος].