μετάλμενος

From LSJ

ἀντὶ λέοντος πίθηκον γίγνεσθαιbecome a monkey instead of a lion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετάλμενος Medium diacritics: μετάλμενος Low diacritics: μετάλμενος Capitals: ΜΕΤΑΛΜΕΝΟΣ
Transliteration A: metálmenos Transliteration B: metalmenos Transliteration C: metalmenos Beta Code: meta/lmenos

English (LSJ)

aor. part. of μεθάλλομαι.

German (Pape)

[Seite 149] part. aor. syncop. zu μεθάλλομαι.

French (Bailly abrégé)

v. μεθάλλομαι.

Russian (Dvoretsky)

μετάλμενος: part. aor. к *μεθάλλομαι.

Greek (Liddell-Scott)

μετάλμενος: μετοχ. ἀορ. συγκεκομμ. τοῦ μεθάλλομαι.

English (Autenrieth)

see μεθάλλομαι.

Greek Monotonic

μετάλμενος: Επικ. μτχ. αορ. βʹ του μεθάλλομαι.