μιξόθηλυς

From LSJ

Ἐκ τῶν γυναικῶν ὄλλυται κόσμος μέγας → Magna ornamenta pereunt propter mulieres → Zum Opfer fällt den Frauen eine Menge Schmuck

Menander, Monostichoi, 181
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μιξόθηλυς Medium diacritics: μιξόθηλυς Low diacritics: μιξόθηλυς Capitals: ΜΙΞΟΘΗΛΥΣ
Transliteration A: mixóthēlys Transliteration B: mixothēlys Transliteration C: miksothilys Beta Code: mico/qhlus

English (LSJ)

υ, partly female, Philoch.23; τὴν φωνὴν μ. Philostr.VS2.30.

German (Pape)

[Seite 189] υ, mit Weiblichem gemischt, Philostr.

Greek (Liddell-Scott)

μιξόθηλυς: υ, ὁ ἐν μέρει θῆλυς, ὁ ἔχων τι θηλυπρεπές, Φιλόχορ. 23, Φιλόστρ. 623.

Greek Monolingual

μιξόθηλυς, -υ (Α)
θηλυπρεπής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο)- του μίγνυμι / μείγνυμι + θῆλυς (πρβλ. ανδρόθηλυς)].