μισοπρόβατος

From LSJ

καὶ οἱ ἀμαθέστατοι τῶν ἰατρῶν τὸ αὐτὸ σοὶ ποιοῦσιν, ἐλεφαντίνους νάρθηκας καὶ σικύας ἀργυρᾶς ποιούμενοι καὶ σμίλας χρυσοκολλήτους: ὁπόταν δὲ καὶ χρήσασθαι τούτοις δέῃ, οἱ μὲν οὐδὲ ὅπως χρὴ μεταχειρίσασθαι αὐτὰ ἴσασιν → the most ignorant of doctors do the same as you, getting themselves ivory containers, silver cupping instruments, and gold-inlaid scalpels; but when it's time to use those things, they haven't the slightest notion of how to handle them

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῑσοπρόβᾰτος Medium diacritics: μισοπρόβατος Low diacritics: μισοπρόβατος Capitals: ΜΙΣΟΠΡΟΒΑΤΟΣ
Transliteration A: misopróbatos Transliteration B: misoprobatos Transliteration C: misoprovatos Beta Code: misopro/batos

English (LSJ)

μισοπρόβατον, hating cattle, Archyt. ap. Stob.4.5.61.

German (Pape)

[Seite 192] die Schaafe od. überh. die vierfüßigen Tiere hassend, Archyt. bei Stob. fl. 46, 61.

Greek (Liddell-Scott)

μῑσοπρόβᾰτος: -ον, ὁ μισῶν τὰ πρόβατα, Ἀρχύτ. παρὰ Στοβ. 314. 14.

Greek Monolingual

μισοπρόβατος, -ον (Α)
(για βοσκό) αυτός που μισεί τα πρόβατα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ + πρόβατον.