μυδιόσκελλον

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυδιόσκελλον Medium diacritics: μυδιόσκελλον Low diacritics: μυδιόσκελλον Capitals: ΜΥΔΙΟΣΚΕΛΛΟΝ
Transliteration A: mydióskellon Transliteration B: mydioskellon Transliteration C: mydioskellon Beta Code: mudio/skellon

English (LSJ)

τό, = μύδιον.

Greek Monolingual

μυδιόσκελλον, τὸ (Α)
μικρός εμβρυουλκός, μαιευτική λαβίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύδιον «μαιευτική λαβίδα» + σκελλός «με στραβά πόδια»].