Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μυθιστόρημα

From LSJ

Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann

Menander, Monostichoi, 363

Greek Monolingual

το
1. λογοτεχνικό πεζογραφικό έργο με μεγάλη συνήθως έκταση στο οποίο γίνεται παρουσίαση ιστορικών ή φανταστικών γεγονότων και περιγράφονται χαρακτήρες, ήθη και συναισθηματικές καταστάσεις ποιητικώς διασκευασμένα, που κύριο σκοπό έχουν να τέρψουν και να διδάξουν τον αναγνώστη
2. μτφ. πλαστή ιστορία, μύθευμα, παραμύθι («έφτειαξε ολόκληρο μυθιστόρημα για να καλύψει τα σφάλματά του»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύθος + ἱστόρημα (< ἱστορῶ). Η λ. μαρτυρείται από το 1865 στον Π. Σούτσο].