Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
-η, -ο(για τόπο) αυτός στον οποίο φυτρώνουν πάρα πολλά δέντρα, πολύ δασώδης.[ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο)- + -δεντρος (< δέντρο)].