μυόθηρος

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῠόθηρος Medium diacritics: μυόθηρος Low diacritics: μυόθηρος Capitals: ΜΥΟΘΗΡΟΣ
Transliteration A: myóthēros Transliteration B: myothēros Transliteration C: myothiros Beta Code: muo/qhros

English (LSJ)

= ἀσπάραγος πετραῖος, Ps.-Dsc.2.125.

Greek Monolingual

μυόθηρος, ὁ (Α)
το ποώδες φυτό ασπάραγος ο πετραίος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῦς, μυός «ποντικός» + -θηρός (< θήρα «κυνήγι»), πρβλ. μισόθηρος].