νευρίδιο

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source

Greek Monolingual

το
1. βιολ. το εμβρυϊκό στάδιο που ακολουθεί το στάδιο του γαστριδίου και κατά το οποίο αναπτύσσεται ο νευρικός σωλήνας από τη νευρική πλάκα
2. ζωολ. μικρή δοκίδα που αναστομώνει τις νευρώσεις τών φτερών τών εντόμων.