νεφροειδής

From LSJ

κακῶν ἀπέστω θάνατος, ὡς ἴδῃ κακά → of all evils let only death be absent, so he may see evils

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεφροειδής Medium diacritics: νεφροειδής Low diacritics: νεφροειδής Capitals: ΝΕΦΡΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: nephroeidḗs Transliteration B: nephroeidēs Transliteration C: nefroeidis Beta Code: nefroeidh/s

English (LSJ)

νεφροειδές, like a kidney, Arist.HA508a30.

German (Pape)

ές, = νεφρώδης, Arist. H.A. 2.17.

Russian (Dvoretsky)

νεφροειδής: почковидный (καρδία ὄφεων Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

νεφροειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς νεφρόν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 17, 22, κ. ἀλλ.

Greek Monolingual

-ές (Α νεφροειδής, -ές)
αυτός που μοιάζει με τον νεφρό, που έχει το σχήμα του νεφρού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφρός + -ειδής].