νεφόκαμα
From LSJ
πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
Greek Monolingual
το
καιρός που είναι ταυτόχρονα νεφελώδης και ζεστός, κουφόβραση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέφος + κάμα (πρβλ. συννεφόκαμα)].
πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
το
καιρός που είναι ταυτόχρονα νεφελώδης και ζεστός, κουφόβραση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέφος + κάμα (πρβλ. συννεφόκαμα)].